Ο Χριστός, Θα Γεννηθεί στους Άστεγους, τους Πεινασμένους, τους εξαθλιωμένους... Αυτούς που όλοι τους προσπερνούν ...

HMEROMHNIA 06-12-2005 - (Τότε και τώρα. Μεγάλο κείμενο, λίγοι θα το διαβάσουν, χορτάτοι και πεινασμένοι)
ONOMA ΒΕΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΤΙΤΛΟΣ XRISTOYGENNA... (εφημερίδα "Απογευματινή")
ΛΕΞΕΙΣ 1936
ΛΕΖΑΝΤΑ
ΚΕΙΜΕΝΟ
Το σκοτάδι χαμηλώνει... Ανταμώνει με την παγωνιά και κατεβαίνουν αντάμα... Σιγά – σιγά αγκαλιάζουν ολόκληρη την πρωτεύουσα κρύβοντας κάθε ασχήμια της... Ξάφνου, μοιάζουν όλα καθαρά, όμορφα, λαμπερά... Τα φώτα δίνουν μια άλλη αίσθηση σε συνδυασμό με τα χριστουγεννιάτικα στολίδια, τα δέντρα... Όλα θυμίζουν ότι έρχονται Χριστούγεννα..
Σούρουπο... Μα δεν κρύβεται ο πόνος, η απόγνωση, η θλίψη, η μοναξιά.. Δεν μπορεί να τ αγγίξει το λαμπερό -τεχνητό-φως, η γιορτινή όψη της πρωτεύουσας..
Σούρουπο... Ένα θέατρο , αρχίζει να παίζει σε κάθε γωνιά αυτής της πόλης...
Σκηνή πρώτη.
Σωριασμένος στον παγωμένο δρόμο, σαν τσουβάλι. Το ένα πόδι τεντωμένο μπροστά, το άλλο.. δεν υπάρχει... Το ένα του χέρι σχηματίζει τη χούφτα, έτσι άτονα, κουρασμένα... Και τ άλλο ακουμπάει στον βρώμικο δρόμο για να στηρίζει το σώμα του.. Το βλέμμα του, όμοιο με τ αντάμωμα του σκοταδιού και της παγωνιάς.. Καμιά λάμψη. Μα ούτε και θλίψη. Κενό. Αυτό το βλέμμα μένει ακίνητο ώρες ολόκληρες. Σπάνια θα στραφεί στον κόσμο που περνάει σ αυτούς που περιμένει να του δώσει την ελεημοσύνη. Σαν να μη νοιάζεται πια... Τι θ αλλάξει; Ποιο το αύριο; Ίδιο με το χθες, το τώρα.. Μοναδική ελπίδα λίγη τροφή, ανάλογα το γέμισμα της χούφτας.Και μετά... σαν τσουβάλι σ ένα παγκάκι, σε μια γωνιά λίγο ζεστή να μην την παίρνει ο αέρας κι η παγωνιά, θα χαθεί λιγάκι στον ύπνο... Να ξεχαστεί στο όνειρο... Κι αν ξυπνήσει...
Το μαρτύριο του Σίσυφου επαναλαμβάνεται συνεχώς, δίχως σταματημό, σε χιλιάδες ανθρώπους που υπάρχουν ανάμεσά μας.. Δεν είναι στο δρόμο να ζητούν ελεημοσύνη... Όμως υπάρχουν...
“Σας ανήκει δε η κληρονομία αυτή (βασιλεία του Θεού), διότι επείνασα και μου εδώκατε να φάγω.... “..Ιησούς Χριστός , Στίχ. 31-46

Σκηνή δεύτερη...
Γέλια, φωνές, σχόλια και κριτικές, στην έξοδο του λαμπερού θεάτρου... Κυρίες με γούνες , βαριά αρώματα, χτενισμένες περίεργα, κύριοι με κουστούμια και γραβάτες , βγαίνουν από το θέατρο, ευχαριστημένοι. Η παράσταση μόλις έχει τελειώσει.
Μια άλλη, αρχίζει....
Χώνεται ανάμεσά τους μ απλωμένο το χεράκι της... Ζητά λίγη ελεημοσύνη, ανάμεσα στις μυρωδάτες κυρίες, τους γραβατωμένους κυρίους... “Βοηθήστε με, είμαι ορφανή...”... Η φωνή της σιγανή , σβησμένη... Οι περισσότεροι ούτε καν την βλέπουν κι ας είναι τόσο κοντά τους, που την σπρώχνουν στο πέρασμά τους.. Την προσπερνούν. Την αγνοούν. Βιάζονται να γυρίσουν σπίτι τους, στη ζεστασιά τους, η κάπου να συνεχίσουν τη βραδιά...
Εκείνη προσπαθεί... “δώστε μου κάτι, δεν έχω να φάω... Λίγο φαγητό θέλω..”... Καμιά ανταπόκριση από το κεφάτο πλήθος... Παρασύρεται μαζί τους , τους ακολουθεί ...
Ξαφνικά, αγριεύει. Ο τόνος της φωνής αλλάζει... “Δώσε μου κάτι”, λέει επιτακτικά σε μια κυρία.. Εκείνη της ρίχνει ένα αδιάφορο βλέμμα κι απομακρύνεται βιαστικά... Η μικρή τη βρίζει πίσω της..
Το γλυκό της πρόσωπο, μεταμορφώθηκε. Τώρα είναι αγριεμένη επιθετική.. Σπρώχνει με δύναμη ότι βρει μπροστά της για να ξεσπάσει... Δεν της έδωσαν ούτε δέκα λεπτά... Ορμάει ξανά ανάμεσά τους, όσους προλαβαίνει πια και με άγριο τόνο, ζητά, απαιτεί: “Δώστε μου κάτι”... Σχεδόν ακινητοποίησε μια κυρία, ζητώντας της λίγη βοήθεια...
Πενήντα λεπτά της έδωσε ένας από τους άντρες της παρέας.. Τα πήρε, αλλά έκανε μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας πίσω από την πλάτη του.. Μα ίσως είναι η αρχή... Και συνεχίζει πιο επιθετικά να ζητά, να ζητιανεύει, να απαιτεί....
Είναι το κοριτσάκι με τα σπίρτα, ή την έχουν στήσει σ αυτή τη γωνιά κάποιοι που την περιμένουν να τους “ακουμπήσει” τα χρήματα;... Ποιος μπορεί να ξέρει; . ..
“Ήμουν διψασμένος και με εποτίσατε....“ Ιησούς Χριστός....
Σκηνή τρίτη...
Παγωμένη η κάμαρα που είναι όλοι συγκεντρωμένοι. Η γιαγιά, καμώνεται πως παρακολουθεί τηλεόραση κι είναι τάχα αφοσιωμένη...
Δύό κοριτσάκια σ ένα τραπέζι πλαστικό που το χρησιμοποιούν και για φαγητό, έχουν απλώσει βιβλία, τετράδια και διαβάζουν...
Ο παππούς ξαπλωμένος σ ένα σιδερένιο κρεβάτι στην άλλη άκρη, αναπνέει με δυσκολία κι όλο βήχει... Σ αναπηρικό καροτσάκι, ένας άντρας 55 περίπου χρόνων, με μια παλιά, τρύπια κουβέρτα ριγμένη στα πόδια του αγκαλιάζει με το βλέμμα του τα δύο κοριτσάκια.. Βλέμμα, γεμάτο πόνο, θλίψη , απόγνωση... Αξύριστος, αδύνατος, αδύναμος να κάνει μια κίνηση έξω από τον εαυτό του και το αναπηρικό καροτσάκι ..
Το βλέμμα της γιαγιάς και του ανάπηρου άντρα, φεύγει κάθε λίγο από την εικόνα της τηλεόρασης και καρφώνεται σε μια φωτογραφία που δεσπόζει πάνω απ αυτήν... Μια όμορφη γυναίκα, γελάει.. Δείχνει τόσο ευτυχισμένη . Ο άντρας χάνεται με το βλέμμα του στο χαμόγελό της... Εκεί που πάει να της χαμογελάσει, το χαμόγελο σβήνει... Θύμησες σκοτεινιάζουν το νου ..
Οδηγούσε, εκείνη ήταν δίπλα του.. Επέστρεφαν από εκδρομή... Όλα έγιναν ξαφνικά.. Ατύχημα.. Εκείνος ξύπνησε σ ένα νοσοκομείο και πολύ μετά έμαθε πως εκείνη δεν υπήρχε πια... Τα δυο του κοριτσάκια έμειναν ορφανά κι εκείνος ανάπηρος πια, δεν μπορεί να δουλέψει, δεν μπορεί να τους προσφέρει τίποτα ... Ζουν όλοι μαζί, με τους γονείς της γυναίκας του.. . Η γιαγιά μεγαλώνει τα κορίτσια. Ως πότε θα υπάρχει και εκείνη; Αδύνατη, κουρασμένη, τσακισμένη... ...
Πως ζουν; Από την ελεημοσύνη του κόσμου... Οι γείτονες τους φέρνουν τρόφιμα, ρούχα Η Εκκλησία βοηθά πάρα πολύ... Όμως δεν αρκεί. Δεν φτάνουν για να ζήσουν πέντε άτομα..Κρυώνουν... Οι λογαριασμοί τρέχουν. Τα κορίτσια μεγαλώνουν....Τι θ απογίνουν; Οι σκέψεις αυτές τον βασανίζουν μέρα νύχτα..
... Κανείς δεν μιλά... Σιωπή...
“...γυμνός ήμουν και με ενεδύσατε...... “.. Ιησούς Χριστός...


Σκηνή τέταρτη...
....Το δέντρο έχει στολιστεί στη μεγάλη αίθουσα...Είναι πανέμορφο.. Πλησιάζει διστακτικά...Στέκεται μπροστά του και το κοιτάζει... Τα φώτα θαμπώνουν τα μάτια του καθώς έχει πλησιάσει πολύ... Πόση θλίψη έχουν αυτά τα ματάκια.... Πόση στέρηση....
Σηκώνει το χεράκι του κι ακουμπά, χαϊδεύει τις πολύχρωμες μπάλες... Μα δεν νοιώθει καμιά ευχαρίστηση... Όμως τα βήματά του το έφεραν εκεί, μπροστά στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο...
Καρφωμένο το βλέμμα στις πολύχρωμες μπάλες... Ονειρεύεται... Κάτι βλέπει μέσα στην κόκκινη μπάλα γιατί χαμογελάει για λίγο.... Βλέπει αυτό που επιθυμεί .. Αυτό που του λείπει και το κάνει δυστυχισμένο.... Το όνειρο συνεχίζεται... Μέχρι να τελειώσει και να συγκρουστεί βίαια με την πραγματικότητα...
Είναι ένα από τα εγκαταλελειμμένα παιδάκια στο Κέντρο Βρεφών “Η Μητέρα”... Ίσως δεν γνώρισε μητέρα ... Ίσως δεν γνώρισε πατέρα... Ίσως είναι κακοποιημένο παιδί... Ίσως είναι παιδί ανύπαντρης μητέρας που δεν μπορεί να το ζήσει... Είναι ένα παιδί... Που ζει στο ίδρυμα, όπως κι άλλα παιδάκια.. Χωρίς οικογένεια, χωρίς αγάπη, στοργή, το χάδι της μάνας.. Την προστασία του πατέρα.. Την οικογενειακή θαλπωρή, το γέλιο, τη χαρά...
Τι κουβαλάει η ψυχούλα του κανείς δεν γνωρίζει... Και κάθε ψυχούλα που βρίσκεται στο “Μητέρα”... Από την αίθουσα νεογνών, -εκεί που κλαίνε όλα μαζί τα μωράκια-, μέχρι τα μεγαλύτερα παιδιά που ζουν στο ίδρυμα, το καθένα έχει σηκώνει, και θα σηκώνει, το δικό του Σταυρό...
“...ήμουν διψασμένος και με εποτίσατε...” ,Ιησούς Χριστός....


Σκηνή πέμπτη....
Η μυρουδιά σου δίνει την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε στάβλο με ζώα.. Η πόρτα που κλειδαμπαρώνει πίσω σου, σου κόβει την ανάσα... Προχωράς... Γυμνοί άνδρες και γυναίκες... Πάνω σε παλιά , σιδερένια κρεβάτια, με άσπρα σεντόνια... Όσο άσπρα μπορεί να είναι... Οι πόρτες των θαλάμων ανοιχτές.. Άντρες, γυναίκες μπαίνουν , βγαίνουν στους θαλάμους βγάζοντας άναρθρες κραυγές... Είναι οι άθλιοι του Νταού Πεντέλης...
Παιδιά που γεννήθηκαν πνευματικά καθυστερημένα, με ειδικές ανάγκες και οι γονείς τους τα εγκατέλειψαν στο ίδρυμα...
Κάνουν την ανάγκη τους όπου βρουν... Γυμνοί, ή ημίγυμνοι, περιφέρονται σαν σκιές... Τσακώνονται μεταξύ τους... Φωνάζουν... Βγάζουν τη γλώσσα τους και σε κοροϊδεύουν... ΣΕ πλησιάζουν , σε κοιτούν παράξενα... Είσαι κάτι άλλο γι αυτούς... Είσαι αξιοπερίεργο ον, γι αυτό και σε περιεργάζονται καλά – καλά... Άλλοι σε φοβούνται και κρύβονται... Άλλοι ντρέπονται και κουλουριάζονται στα κρεβάτια τους... Όμως, αφήνουν ένα κενό για να βλέπουν, να σε παρατηρούν, να παρακολουθούν κάθε σου κίνηση...
Εδώ το μυαλό σου σταματάει.. Θες να μείνεις, να ψάξεις, να μιλήσεις , να επικοινωνήσεις, αλλά είναι αδύνατον... Θες να φύγεις, γιατί πνίγεσαι, δεν αντέχεις... Κι όταν βγαίνεις από αυτό το κτίριο, έρχονται όλοι ξοπίσω, σαν αγέλη, να σε ακολουθήσουν... Αλλά δεν μπορούν... Βγαίνεις έξω, εκείνοι μένουν.. Καταδικασμένοι για πάντα... Εκεί θα αφήσουν και την τελευταία τους πνοή...
Ανεβαίνεις στ άλλα κτίρια... Μικρότερα παιδιά σε πλησιάζουν... Άλλα σε χαϊδεύουν, αγγίζουν τα ρούχα σου, τα χέρια σου, ζητούν το άγγιγμά σου... Άλλα έρχονται επιθετικά καταπάνω σου και σου ρίχνουν μια... που απορείς που βρήκαν αυτή τη δύναμη... Όσα μπορούν να πουν λίγες λέξεις, απαντούν στις ερωτήσεις σου. Τα άλλα σε κοιτούν μέσα στα μάτια... Κατάματα... Αυτά τα βλέμματα , δεν ξεχνιούνται ποτέ, όσα χρόνια κι αν περάσουν, απ όσους τα έχουν αντικρίσει και τα έχουν νοιώσει να τους διαπερνούν...
Κάποιες πόρτες είναι κλειδωμένες...

***************
Κοιτάζω,από το ματάκι της πόρτας, φαίνεται μια γυναίκα... Ένα κρεβάτι στο δωμάτιο και τίποτε άλλο... Κι εκείνη περιφέρεται εκεί μέσα στο δωμάτιο αγριεμένη... “Τι κάνεις;” τόλμησα να ρωτήσω... 'Όρμηξε στην πόρτα και την κτυπούσε δυνατά με τα πόδια της.... Δεν πλησίασα άλλο ματάκι...
Εδώ η απανθρωπιά έχει φανεί σε όλο της το μεγαλείο... Νοσοκόμοι βίαζαν, κακοποιούσαν αυτά τα παιδιά... Εκτρώσεις στα τραπέζια της κουζίνας.. τους χτυπούσαν άσχημα , τους έδεναν... Όλα είδαν το φως της δημοσιότητας... Και μετά.. τα φώτα έφυγαν από το Νταού Πεντέλης... Κι όλα αυτά τα παιδιά έμειναν στην τύχη τους... Ποιος μπορεί να γνωρίζει τι συμβαίνει εκεί μέσα, κάθε στιγμή, κάθε λεπτό που περνάει;.....
“...αρρώστησα και με επισκεφθήκατε...” ,Ιησούς Χριστός...

Σκηνή έκτη....
Άγριο χάραμα... Η λαϊκή έχει αρχίσει... Εκείνη , μ ένα τελάρο στο χέρι, πλησιάζει και κάθεται στην άκρη, εκεί που τελειώνει ο δρόμος. Είναι το πέρασμα του κόσμου που θα φανεί σε λίγο... Την ξέρουν όλοι στη γειτονιά και σε κάθε γειτονιά... Κάθε που γίνεται λαϊκή, εκείνη στο τελάρο καθισμένη με τις ώρες, με τη μικρή Χριστίνα στην αγκαλιά της.... Είναι η “Χριστίνα της λαϊκής” που μεγαλώνει στις λαϊκές αγορές, με κρύο, με βροχή, με χιόνι, με αέρα.. Είναι πάντα εκεί και περιμένει τη βοήθεια των περαστικών. ...
“ επέίνασα και μου εδώκατε να φάγω...” Ιησούς Χριστός

Σκηνή εβδόμη...
Περασμένα μεσάνυχτα.. Στις στήλες του Ολυμπίου Διός, πλησιάζει ένας άντρας... Τον ακολουθεί ένα σκυλί... Κουβαλάει ένα μεγάλο σακίδιο μαζί του... Το ακουμπάει κάτω και βγάζει κάτι κουρέλια... Τα ρίχνει πάνω στο παγκάκι που υπάρχει εκεί, σωριάζεται και τυλίγεται μέσα στις κουρελούδες.. Ο σκύλος κουλουριάζεται στα πόδια του.. Είναι άστεγος... Μόνος, χωρίς κανέναν στον κόσμο.. Και κάθε βράδυ, εκεί στις στήλες του Ολυμπίου Διός, πλαγιάζει το κουρασμένο κορμί του... Πόσοι άστεγοι υπάρχουν και που θα κάνουν Χριστούγεννα;....
“...ξένος ήμουν και δεν είχα που να μείνω και με επεριμαζέψατε εις το σπίτι σας...” Ιησούς Χριστός..

Σκηνή ογδόη...
Πέντε και μισή το ξημέρωμα... Η κίνηση στους δρόμους μόλις έχει αρχίσει... Στα φανάρια κοντά στο Κάραβελ, μια μαύρη φιγούρα ξεχωρίζει μέσα στο σκοτάδι... Μια γιαγιά, πάνω από 80, με μαύρη μαντίλα στο κεφάλι, κάθεται πάνω σε μια από τις άσπρες πέτρινες μπάλες των χωρισμάτων, δίπλα στο φανάρι... Μόλις τα αυτοκίνητα σταματούν στο κόκκινο, σηκώνεται και πλησιάζει το τζάμι του οδηγού. Ζητά ελεημοσύνη... Πολλές φορές τεντώνει το πόδι της προκλητικά, σα να τους λέει “σταματήστε”... “Βοηθήστε με”...
Οι περισσότεροι αγουροξυπνημένοι , άλλοι βιαστικοί, δεν της δίνουν καμιά σημασία...
“...διοτι επείνασα και με μου εδώκατε να φάγω....”.
Ατέλειωτες σκηνές στο θέατρο της ζωής... Πολύ περισσότεροι οι θεατές, και λιγότεροι οι πρωταγωνιστές και οι κομπάρσοι, όπως συμβαίνει σε κάθε παράσταση.


Πλησιάζουν Χριστούγεννα. Τα αγαθά πάσης φύσεως προβάλλουν στις βιτρίνες. Εκείνος δεν γεννήθηκε στην πολυτέλεια., αλλά σε στάβλο . Δεν ευλόγησε την υπερκατανάλωση..
Εκείνος μίλησε μόνο γι Αγάπη.. Αυτή που λείπει από τις ψυχές των περισσότερων ανθρώπων σήμερα. Αγάπη για τον πλησίον, που αν υπήρχε, δεν θα υπήρχαν πεινασμένοι, άστεγοι, δυστυχισμένοι, κατατρεγμένοι στον πλανήτη Γη...
Ο Χριστός θα γεννηθεί για όλους αυτούς, τους φτωχούς, τους πεινασμένους, τους αρρώστους ,τα εγκαταλειμμένα, πονεμένα παιδιά, , σα παιδιά του “Μητέρα”, και του κάθε ΠΙΚΠΑ, κάθε Ιδρύματος που ζουν μόνα και δυστυχισμένα... Στα γηροκομεία που έχουν εγκαταλειφθεί ηλικιωμένοι. Σε κάθε ψυχή που σηκώνει το Σταυρό του Μαρτυρίου, θα Γεννηθεί Εκείνος...
Όχι.. Δεν πρέπει να είμαστε οι “ελεήμονες των γιορτών”. Να θυμόμαστε τον ανθρώπινο πόνο κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, για να επαναπαυτούμε στην... ελαστική μας συνείδηση. Μόνο πόνο θα προκαλέσουμε αυτές τις ημέρες κυρίως στα παιδιά, εάν τα επισκεφθούμε...
Η αγάπη , δίνεται, Κάθε Μέρα... “....
μέσα εις φυλακήν ήμουν και ήλθατε να με ιδήτε και να με παρηγορήσετε....”..

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις